[ ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΨΗ ] Καληνύχτα, Φιντέλ

από PRESS

Toυ ΝΙΚΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ

TA NEA

Το κοµµουνιστικό καθεστώς της Κούβας ποτέ δεν ταυτίστηκε στην κοινή γνώµη της Δύσης µε την καταπιεστική ισχύ της ΕΣΣΔ ή τον χωρίς προσχήµατα κυνισµό της Κίνας. Το γεγονός ότι προήλθε από µία λαϊκή επανάσταση που ακόµα κάποιοι τη θυµούνται, η αποφυγή αιµατηρών εκκαθαρίσεων σοβιετικής κλίµακας και ο διαρκής εκνευρισµός που προκαλούσε στις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, έκανε τον Φιντέλ Κάστρο και το σύστηµά του συµπαθή όχι µόνο στους αριστερούς διανοούµενους αλλά και σε απλούς πολίτες κάθε χώρας και απόχρωσης.

Οταν µάλιστα τσάκιζε τα νεύρα της γραφειοκρατίας του ΟΗΕ µε τις πολύωρες αγορεύσεις του, προκαλούσε µαζική αγαλλίαση σε όσους ήθελαν και αυτοί να τα πουν ένα χεράκι ενάντια στο διεθνές κατεστηµένο, έστω και χωρίς αποτέλεσµα.

Ο ίδιος ο Φιντέλ είχε γίνει κατά κάποιον τρόπο ένα «ηρωικό κοπλιµέντο» για όσους ηγέτες τολµούσαν να τα βάλουν µε το διεθνές στάτους κβο, όπως παλιότερα ο Μακάριος στην Κύπρο και πιο πρόσφατα ο Τσάβες στη Βενεζουέλα.

Παρέβλεπαν έτσι πολλοί τη βαθµιαία µετεξέλιξη του κουβανέζικου πειράµατος σε ένα καθεστώς που γινόταν όλο και λιγότερο ικανό να θρέψει τον πληθυσµό του, όλο και πιο αυταρχικό απέναντι σε όσους το αµφισβητούσαν, αλλά ταυτόχρονα όλο και περισσότερο φανατικό στη διατήρηση της εξουσίας σε έναν στενό κύκλο συγγενών και εµπίστων.

Ο Καστοριάδης είχε κάποτε ειρωνευτεί την αποτελεσµατικότητα του σοβιετικού µοντέλου λέγοντας πως αν ποτέ γίνει σοσιαλισµός στη Σαχάρα, την επόµενη χρονιά θα αναγκαστούν να εισάγουν άµµο!

Στην Κούβα σχεδόν το πέτυχαν, αφού µετά την απόσυρση της ρωσικής βοήθειας το 1989, η παραγωγή της ζάχαρης έπεσε κατακόρυφα και άρχισαν οι µαζικές ελλείψεις τροφίµων.

Φέτος µάλιστα έπεσε τόσο πολύ και η παραγωγή καπνού, που το καθεστώς κατάργησε το δωρεάν πακέτο τσιγάρα που έπαιρναν µια φορά τον µήνα οι συνταξιούχοι.

Φυσικά για τη ραγδαία υποβάθµιση του βιοτικού επιπέδου της Κούβας τεράστια ευθύνη έχει τόσο η πολιτική του «εµπάργκο» που µε ωµότητα χρησιµοποιείται από τις ΗΠΑ ως εργαλείο πίεσης µέσω της εξαθλίωσης των κατοίκων όσο και η δειλία της Ευρωπαϊκής Ενωσης να πάρει πιο ουσιαστικά µέτρα στήριξης της κουβανέζικης οικονοµίας.

Απέναντι όµως σε αυτή την κατάσταση, το καθεστώς του Φιντέλ όχι µόνο δεν θέλησε να αλλάξει και να κινητοποιήσει τη διεθνή κοινή γνώµη υπέρ του, αλλά έγινε ακόµα πιο σκληρό αφαιρώντας επιχειρήµατα και από πολλούς φίλους του που απέφευγαν πια εδώ και πολλά χρόνια να ταυτίζονται µαζί του.

Ο λόγος δεν ήταν ότι έλειπε η πολιτική διορατικότητα για να καταλάβουν ότι ο περίκλειστος σοσιαλισµός της Καραϊβικής δεν είχε καµία δυνατότητα ανεκτής επιβίωσης µετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1989 και ότι έπρεπε να ξεκινήσουν µια βαθµιαία µεταρρύθµιση στην οικονοµία.

Απλούστατα, ήταν αδιανόητο και για το κουβανικό καθεστώς να απαρνηθεί τα επί χρόνια εµπεδωµένα προνόµιά του και να ανοίξει τον δρόµο σε µια πιο ελεύθερη οικονοµία, µια πιο ανοιχτή κοινωνία και _ αναπόφευκτα _ σε µια πιο δηµοκρατική συγκρότηση της χώρας.

Περιστοιχιζόµενος όχι πια από τη ροµαντική διεθνή συµπάθεια αλλά από στυγνούς και προνοµιούχους αξιωµατούχους, ο Κάστρο επαναλαµβάνει τα ίδια αποτρόπαια βήµατα του Τσαουσέσκου που όταν ο λαός διαδήλωνε επειδή δεν είχε να φάει αυτός τους έκοψε το ρεύµα να κοιµούνται νωρίς και να µη σκέφτονται δόλια πράγµατα.

Ετσι και τώρα στην Κούβα. Απέναντι στη δυσαρέσκεια του κόσµου που δεν του φτάνουν τα χρήµατα για να ζήσει, ο «κοµαντάτε» διέταξε να απολυθούν µισό εκατοµµύριο υπάλληλοι έτσι ώστε να γίνουν ακόµα φτωχότεροι και να δοκιµάσουν την τύχη τους σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, που µέχρι σήµερα ήταν προφανώς το ανάθεµα του διαβόλου.

Η απόφαση αυτή θα αξιοποιηθεί φυσικά δεόντως από όσους ευαγγελίζονται την απόλυτη κυριαρχία των αγορών και απεχθάνονται κάθε κρατική ανάµειξη στην οικονοµία.

Δεν θα είναι όµως αυτό το κυρίαρχο, όσο θα είναι το αίσθηµα ενός απερίγραπτου κυνισµού που χαρακτηρίζει τελικά όλες τις ανεξέλεγκτες δοµές εξουσίας, επαληθεύοντας και πάλι τον Καστοριάδη που έλεγε ότι στην απόγνωσή τους τα µη δηµοκρατικά σοσιαλιστικά καθεστώτα υιοθετούν µέτρα αδιανόητα και στο πιο σκληρό νεοφιλελεύθερο σύστηµα.

Εάν υποθέσουµε ότι ο Φιντέλ διατηρεί ακόµα κάποιο ένστικτο υστεροφηµίας, τότε ίσως σκεφτεί να πάρει πίσω τη βάρβαρη απόφαση των απολύσεων και στη θέση τους να απολύσει τους εξής:

Πρώτα τους χιλιάδες πολιτικούς κρατούµενους από τις φυλακές και αµέσως µετά τον εαυτό του µαζί µε συγγενείς και φίλους από την εξουσία, ανοίγοντας επιτέλους τον δρόµο σε µια ελεύθερη, δηµοκρατική πορεία της Κούβας χωρίς αυτόν και _ κατά πάσα πιθανότητα _ καλύτερα από αυτόν.

Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής στο Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών, πρώην υπουργός Οικονοµίας και Οικονοµικών.

ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ

Ηταν αδιανόητο για το κουβανικό καθεστώς να απαρνηθεί τα επί χρόνια προνόµιά του και να ανοίξει τον δρόµο σε µια πιο ελεύθερη οικονοµία

Σχολιάστε